Έβανς, Τζον

Έβανς, Τζον
(Sir John Evans, 1823 – 1908). Άγγλος αρχαιολόγος, γεωλόγος και νομισματολόγος. Διετέλεσε για πολλά χρόνια πρόεδρος διαφόρων αγγλικών επιστημονικών εταιρειών, έφορος του Βρετανικού Μουσείου και μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας. Έγραψε πολλά έργα, τα περισσότερα από τα οποία αναφέρονται σε νομίσματα. Τμήμα της νομισματικής συλλογής του φιλοξενείται στο μουσείο Άσμολιν, στην Οξφόρδη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Έβανς, Τζον Γουίλιαμ — (John William Evans, 1857 – 1930). Άγγλος φυσιοδίφης και εξερευνητής. Διέθετε μεγάλη λογοτεχνική και επιστημονική μόρφωση και ταξίδεψε στο εσωτερικό της Βραζιλίας (1891 92) και σε διάφορες δυσπρόσιτες περιοχές της Ασίας. Μελέτησε ιδιαίτερα τις… …   Dictionary of Greek

  • Έβανς, Άρθουρ Τζον — (Sir Arthour John Evans, Νας Μιλς, Χέρτφορντσαϊρ 1851 – Γιούλμπερι, Μπόουρς Χιλ, Οξφόρδη 1941). Άγγλος αρχαιολόγος και ιστορικός, γιος του φημισμένου νομισματολόγου σερ Τζον Έβανς. Το 1884 διορίστηκε επιμελητής του μουσείου Άσμολιν (Ashmolean)… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • ηθοποιός — Εκείνος που ερμηνεύει ή αυτοσχεδιάζει μια θεατρική δράση όπου υποδύεται ένα πρόσωπο. Ερμηνευτής είναι ο η. που χρησιμοποιεί τα λόγια άλλων, δηλαδή ενός γραπτού κειμένου που έχει αυτόνομη λογοτεχνική αξία· αυτοσχεδιαστής είναι ο η. που παραμερίζει …   Dictionary of Greek

  • Άμλετ — Όνομα του κεντρικού ήρωα της ομώνυμης τραγωδίας του Σαίξπηρ (ο πλήρης τίτλος της είναι Η τραγική ιστορία του Ά., πρίγκιπα της Δανίας), της οποίας το θέμα είναι παρμένο από το χρονικό του Δανού ιστορικού Σάξονα του Γραμματικού (13ος αι.) με τίτλο… …   Dictionary of Greek

  • αρχαιολογία — Η επιστήμη που μελετά την αρχαιότητα μέσα από όλα τα μνημεία και τα υλικά κατάλοιπά της. Η α. επιδιώκει να αποκαταστήσει τις διάφορες εκδηλώσεις του αρχαίου κόσμου, αφήνοντας κατά μέρος όμως τις μαρτυρίες, που ανήκουν στη σφαίρα αρμοδιότητας της… …   Dictionary of Greek

  • γραμμική γραφή — Αρχαία συλλαβογραφική γραφή που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι της Κρήτης. Διακρίνεται σε γ.γ. Α και σε γ.γ. Β. γ. γ. A. Η γραφή αυτή ήταν σε χρήση από τον 18o έως τον 15o αι. π.Χ. Τη χρησιμοποιούσαν για τις εμπορικές τους συναλλαγές και τη γραφή… …   Dictionary of Greek

  • Έλιοτ, Τζορτζ — (George Elliot, Άρμπερι Φαρμ, Γουορικσάιρ 1819 – Τσέλσι, Λονδίνο 1880). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Αγγλίδας συγγραφέως Μέρι Αν Έβανς (Mary Ann Evans). Πέρασε τα παιδικά και τα πρώτα νεανικά της χρόνια στο Γουορικσάιρ –όπου διαδραματίζονται πολλά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”